Ξεχώρησε η δραματοποίηση του διηγήματος του λογοτέχνη " ο άνθρωπος με το φλεμόνι" που επιμελήθηκε οι φιλόλογοι κ . Άννα Ψάρρη & Βενετία Δημοβασίλη.
Η κ. Άννα Ψάρρη στην χθεσινή της ομιλία, που ακολούθησε της κ. Νένας Κοκκινάκη, φιλόλογου, συγγραφέα, διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών και του διευθυντή του σχολείου κ. Γεώργιου Κωνσταντινίδη, έδωσε το στίγμα του δραματοποιημένου διήγηματος που απέδωσαν εξαιρετικά οι μαθητές Αναστασία Καλλιακμάνη, Κωνσταντίνος Ζύγας, Μαρία Ανωγιάτη, Κωνσταντίνος Σαμαλέκος, Ανατολή Κουκουράβα και Λιλή Οικονόμου.
Συγκεκριμένα ανέφερε τα εξής:
«Ο άνθρωπος με το φλεμόνι» από τη συλλογή διηγημάτων
«Το μεγάλο συναξάρι»
Και αυτή τότε του είπε τον παρακάτω λόγο, που μαρτυρούσε όλη τη φιλοσοφία της πάνω στη ζωή και τους ανθρώπους:
«Γιατί ρε ξοδεύεις τον παρά σου, για να θρέφεις τις γάτες του μιανού και τα’ αλλουνού»;
Αυτός χαμογέλασε γλυκά κι αποκρίθηκε:
«Δεν είναι του μιανού και τ’ αλλουνού. Είναι του κανενού. Γι’ αυτό –είπα- να τις έχω σα δικές μου. Να θρέφω κι εγώ κατιτίς, εξόν απ’ ελόγου μου, πάνω σε τούτη τη γης»
«Το μεγάλο συναξάρι»
Και αυτή τότε του είπε τον παρακάτω λόγο, που μαρτυρούσε όλη τη φιλοσοφία της πάνω στη ζωή και τους ανθρώπους:
«Γιατί ρε ξοδεύεις τον παρά σου, για να θρέφεις τις γάτες του μιανού και τα’ αλλουνού»;
Αυτός χαμογέλασε γλυκά κι αποκρίθηκε:
«Δεν είναι του μιανού και τ’ αλλουνού. Είναι του κανενού. Γι’ αυτό –είπα- να τις έχω σα δικές μου. Να θρέφω κι εγώ κατιτίς, εξόν απ’ ελόγου μου, πάνω σε τούτη τη γης»
Αυτό που ακούσατε είναι ένας χαρακτηριστικό διάλογος από το διήγημα «Ο άνθρωπος με το φλεμόνι»· ένα διήγημα που αγαπούσε ιδιαίτερα η οικογένεια του συγγραφέα όπως έχει δηλώσει η κόρη του, Μαρίνα Καραγάτση, η γνωστή συγγραφέας και αυτή. Εμείς κρίναμε ότι άξιζε να παρασταθεί, γιατί είναι χαρακτηριστικό δείγμα νατουραλιστικής γραφής και συναντάμε σ’ αυτό τα μοτίβα της μοναξιάς, της εγκατάλειψης, της αγιοσύνης και της αμαρτίας, όπως σ’ όλα τα έργα του Καραγάτση.
Γράφτηκε το 1951 και, όπως θα δείτε, είναι τραγικά επίκαιρο, γιατί ο κόσμος του Καραγάτση δεν πεθαίνει ποτέ, όσο υπάρχουν ανάμεσά μας απόκληροι, εξαθλιωμένοι, μοναχικοί παρίες.
Τόπος: Ένας κακόφημος δρόμος· οι γυναίκες εκεί ασκούν το αρχαιότερο επάγγελμα. Σ’ αυτό το νοσηρό περιβάλλον κινείται ο ήρωάς μας· αγνός και αθώος σαν παιδί. Έχει για μοναδική χαρά στη ζωή του τις γάτες, γιατί οι άνθρωποι τού έχουν γυρίσει την πλάτη. Είναι ένας καθαρός άνθρωπος, προπτωτικός και βρίσκει την πληρότητα μέσα σ’ ένα φαντασιακό παράδεισο. Σίγουρα είναι διαφορετικός· από κείνους που οι άλλοι δεν θέλουν.
Από την άλλη μέσα στη χαμοζωή κι οι πόρνες. Απ’ αυτές κάποια διασώζει ακόμη την ικανότητα να διακρίνει την καλοσύνη και την αγνότητα, γιατί δεν έχει παραιτηθεί ακόμη απ’ το καλό. Το ονειρεύεται και το θέλει.
Οι ήρωες στο διήγημα αυτό ζουν με υποκατάστατα και μ’ αυτά ικανοποιούν εφήμερες ανάγκες. Μια όμως είναι η μύχια επιθυμία τους: η βαθειά ανθρώπινη επαφή, «η τρυφεράδα, η γλύκα, η ζεστασιά της ψυχής», όπως λέει ο Καραγάτσης.
Αυτό άλλωστε είναι το ζητούμενο όλων των ηρώων του. Για να ικανοποιήσουν την ανάγκη αυτή σέρνονται από υποκατάστατο σε υποκατάστατο και τελικά ρίχνονται και στη σαρκική ηδονή, που παίρνει χαρακτήρα υλικό, ζωώδη· κατά τον Ν. Καρούζο «η τέτοια σεξουαλική λειτουργία γίνεται άχνα της κόλασης, ρυπαίνει τον άνθρωπο και τότε το κενό της ζωής του γίνεται όλο και μεγαλύτερο».
Έτσι, όταν στο τέλος του διηγήματος οι γάτες εγκαταλείπουν τον ήρωά μας, όταν το ίδιο το υποκατάστατο τον αποβάλλει, αυτός συντρίβεται καθώς ανακαλύπτει ότι ο παράδεισος ήταν μόνο στη φαντασία του· και μένει μόνος και απαρηγόρητος. Κι είναι βαθύς ο σπαραγμός του συγγραφέα για το τραγικό αδιέξοδο του ήρωά του.
Η παράσταση που θα ακολουθήσει ίσως φανεί προκλητική. Προσφέρεται όμως για πολλαπλές αναγνώσεις. Οι μαθητές που ασχολήθηκαν με το συγκεκριμένο διήγημα κατάλαβαν ότι πάσης φύσεως υποκατάστατα παγιδεύουν και το σύγχρονο άνθρωπο κι ότι μόνο η αληθινή ανθρώπινη επικοινωνία και η αυθεντική αγάπη ημερεύει τις καρδιές και δίνει νόημα στη ζωή
Γράφτηκε το 1951 και, όπως θα δείτε, είναι τραγικά επίκαιρο, γιατί ο κόσμος του Καραγάτση δεν πεθαίνει ποτέ, όσο υπάρχουν ανάμεσά μας απόκληροι, εξαθλιωμένοι, μοναχικοί παρίες.
Τόπος: Ένας κακόφημος δρόμος· οι γυναίκες εκεί ασκούν το αρχαιότερο επάγγελμα. Σ’ αυτό το νοσηρό περιβάλλον κινείται ο ήρωάς μας· αγνός και αθώος σαν παιδί. Έχει για μοναδική χαρά στη ζωή του τις γάτες, γιατί οι άνθρωποι τού έχουν γυρίσει την πλάτη. Είναι ένας καθαρός άνθρωπος, προπτωτικός και βρίσκει την πληρότητα μέσα σ’ ένα φαντασιακό παράδεισο. Σίγουρα είναι διαφορετικός· από κείνους που οι άλλοι δεν θέλουν.
Από την άλλη μέσα στη χαμοζωή κι οι πόρνες. Απ’ αυτές κάποια διασώζει ακόμη την ικανότητα να διακρίνει την καλοσύνη και την αγνότητα, γιατί δεν έχει παραιτηθεί ακόμη απ’ το καλό. Το ονειρεύεται και το θέλει.
Οι ήρωες στο διήγημα αυτό ζουν με υποκατάστατα και μ’ αυτά ικανοποιούν εφήμερες ανάγκες. Μια όμως είναι η μύχια επιθυμία τους: η βαθειά ανθρώπινη επαφή, «η τρυφεράδα, η γλύκα, η ζεστασιά της ψυχής», όπως λέει ο Καραγάτσης.
Αυτό άλλωστε είναι το ζητούμενο όλων των ηρώων του. Για να ικανοποιήσουν την ανάγκη αυτή σέρνονται από υποκατάστατο σε υποκατάστατο και τελικά ρίχνονται και στη σαρκική ηδονή, που παίρνει χαρακτήρα υλικό, ζωώδη· κατά τον Ν. Καρούζο «η τέτοια σεξουαλική λειτουργία γίνεται άχνα της κόλασης, ρυπαίνει τον άνθρωπο και τότε το κενό της ζωής του γίνεται όλο και μεγαλύτερο».
Έτσι, όταν στο τέλος του διηγήματος οι γάτες εγκαταλείπουν τον ήρωά μας, όταν το ίδιο το υποκατάστατο τον αποβάλλει, αυτός συντρίβεται καθώς ανακαλύπτει ότι ο παράδεισος ήταν μόνο στη φαντασία του· και μένει μόνος και απαρηγόρητος. Κι είναι βαθύς ο σπαραγμός του συγγραφέα για το τραγικό αδιέξοδο του ήρωά του.
Η παράσταση που θα ακολουθήσει ίσως φανεί προκλητική. Προσφέρεται όμως για πολλαπλές αναγνώσεις. Οι μαθητές που ασχολήθηκαν με το συγκεκριμένο διήγημα κατάλαβαν ότι πάσης φύσεως υποκατάστατα παγιδεύουν και το σύγχρονο άνθρωπο κι ότι μόνο η αληθινή ανθρώπινη επικοινωνία και η αυθεντική αγάπη ημερεύει τις καρδιές και δίνει νόημα στη ζωή
Οι μαθητές μας άκουσαν από τους δυο μοναχικούς ήρωες του Καραγάτση:
«Κι εκείνος την κοιτούσε με καρδιά πολύ μαλακιά· με μάτια πολύ παραξενεμένα
-Γιατί τα κάνεις όλα αυτά για μένα; Τη ρώτησε-«Έτσι μας έχει πλάσει ο Θεός» του είπε. Να λαχταρούμε πάντοτε για κάποιον».
«Κι εκείνος την κοιτούσε με καρδιά πολύ μαλακιά· με μάτια πολύ παραξενεμένα
-Γιατί τα κάνεις όλα αυτά για μένα; Τη ρώτησε-«Έτσι μας έχει πλάσει ο Θεός» του είπε. Να λαχταρούμε πάντοτε για κάποιον».
3 σχόλια:
Μπράβο στις καθηγήτριες που έχουν την έμπνευση και τη δύναμη να ξεφεύγουν απ την τάξη της παπαγαλίας και να μυούν τα παιδιά μας στη μαγεία της λογοτεχνίας.
Το θέατρο είναι το μεγαλύτερο σχολείο, το πιο ουσιαστικό μάθημα. Αλλά που να το πεις και ποιός να το καταλάβει. Τα σχολεία ειναι προθάλαμοι φροντιστηρίων και όλοι μαζί δάσκαλοι και παιδιά υλικά για το μεγάλο χωνευτήρι που λέγεται εκπαιδευτική πραγματικότητα και που οδηγεί στο αδιέξοδο της ανεργίας.
Τα σχολεία ειναι προθάλαμοι φροντιστηρίων και όλοι μαζί δάσκαλοι και παι...
...Και εσύ βρε κακομοίρη ανώνυμε9.10, πού τα έμαθες τα γράμματα; Στο φροντιστήριο;Πάντως η γραφή σου άλλα μαρτυράει...
Τσιμπησε!!
Δημοσίευση σχολίου